lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νύχι στα ουκρανικά

Λέξη:
νύχι (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (12):
гвіздок, забивати, забити, кіготь, налетіти, наліт, налітати, напад, ніготь, пазур, талон, цвях
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά νύχι, νύχι του αετού, νύχι της γάτας, νύχι στο κρέας θεραπεια, νύχι στο κρέας, νύχι ονειροκρίτης, νύχι στα ουκρανικά, гвіздок στα ελληνικά
νύχι στα ουκρανικά