lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξηρασία στα ουκρανικά

Λέξη:
ξηρασία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
засуха, посуха
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ξηρασία, πνευματική ξηρασία, ξηρασία στον κόλπο, ξηρασία στην κύπρο, ξηρασία ορισμός, ξηρασία κόλπου, ξηρασία στα ουκρανικά, засуха στα ελληνικά
ξηρασία στα ουκρανικά