lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παρέλαση στα ουκρανικά

Λέξη:
παρέλαση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
виховати, виховувати, послідовність, процесія, тренувати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά παρέλαση, παρέλαση ονειροκρίτης, παρέλαση ξάνθης 2014, παρέλαση λάρισα 2014, παρέλαση καρναβάλι πάτρα 2014, παρέλαση ηράκλειο κρήτης, παρέλαση στα ουκρανικά, виховати στα ελληνικά
παρέλαση στα ουκρανικά