lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παραδοσιακός στα ουκρανικά

Λέξη:
παραδοσιακός (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
звичайний, консервативний, консерватор, спадковий, спадкоємний, традиційний, умовний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά παραδοσιακός, παραδοσιακός συνώνυμα, παραδοσιακός οικισμός, παραδοσιακός ξενώνας κυράνη, παραδοσιακός ξενώνας καταφύγι, παραδοσιακός ξενώνας ιωαννίδης, παραδοσιακός στα ουκρανικά, звичайний στα ελληνικά
παραδοσιακός στα ουκρανικά