lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πεθάνω στα ουκρανικά

Λέξη:
πεθάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
гинути, гиньте, губити, загинути, зіпсуватися, погибати, псуватися
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πεθάνω, όταν πεθάνω, σαν πεθάνω, πριν πεθάνω, θα πεθάνω, πεθάνω στα ουκρανικά, гинути στα ελληνικά
πεθάνω στα ουκρανικά