lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλάτη στα ουκρανικά

Λέξη:
πλάτη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (9):
задній, запізнілий, назад, переплести, переплітати, підтримати, підтримувати, спина, спинка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πλάτη, πλάτη με πλάτη στίχοι, πλάτη με πλάτη, πλάτη λασιθίου, πλάτη κουζίνας από γυαλί τιμές, πλάτη κουζίνας από γυαλί, πλάτη στα ουκρανικά, задній στα ελληνικά
πλάτη στα ουκρανικά