lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολεμιστής στα ουκρανικά

Λέξη:
πολεμιστής (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
солдат, боєць, борець, винищувач, войовничий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πολεμιστής, ψυχικόσ πολεμιστήσ, σπαρτιάτης πολεμιστής, πολεμιστήσ στον ήλιο, πολεμιστής του φωτός, πολεμιστής στον άνεμο, πολεμιστής στα ουκρανικά, солдат στα ελληνικά
πολεμιστής στα ουκρανικά