lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προκαταρκτικός στα ουκρανικά

Λέξη:
προκαταρκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
вступний, вхід, передчасний, попередній, тимчасовий, умовний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά προκαταρκτικός, προκαταρκτικόσ έλεγχοσ, προκαταρκτικός συνώνυμα, προκαταρκτικός προσδιορισμός περιβαλλοντικών απαιτήσεων, προκαταρκτικός στα ουκρανικά, вступний στα ελληνικά
προκαταρκτικός στα ουκρανικά