lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκοινί στα ουκρανικά

Λέξη:
σκοινί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (25):
аркан, вишикувати, вишикуватися, вірьовка, генеалогія, загата, звивати, звити, зморшка, канат, капюшон, колія, кільце, лінія, мотузка, обмотати, обмотка, обмотувати, обрис, пороття, риска, ряд, тягнутися, черга, шнур
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σκοινί, σχοινί πλοίου, σχοινί μετάφραση στα αγγλικά, σχοινί και σαπούνι, σχοινί κάβος, σχοινί αναρρίχησης, σκοινί στα ουκρανικά, аркан στα ελληνικά
σκοινί στα ουκρανικά