lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σποραδικός στα ουκρανικά

Λέξη:
σποραδικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (18):
винесення, випадковий, додатковий, дряпати, дряпатися, дряпина, епізодичний, ненадійний, непідготовлений, нестійкий, побічний, подряпина, почухати, почухатися, проходження, скрип, факультативний, чухати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σποραδικός, σποραδικός συνώνυμο, σποραδικός λεξικο, σποραδικός καρκίνος, σποραδικός αγγλικά, σποραδικός στα ουκρανικά, винесення στα ελληνικά
σποραδικός στα ουκρανικά