lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμμαχικός στα ουκρανικά

Λέξη:
συμμαχικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
відношення, залежність, родич, союзний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά συμμαχικός, συμμαχικός πόλεμος, συμμαχικός αποκλεισμός, συμμαχικός στα ουκρανικά, відношення στα ελληνικά
συμμαχικός στα ουκρανικά