lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τεράστιος στα ουκρανικά

Λέξη:
τεράστιος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (16):
величезний, гористий, грандіозний, грізний, дивовижний, жахливий, колосальний, космічний, масивний, масований, ненормальний, неосяжний, очевидний, потворний, страхітливий, страшний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά τεράστιος, τεράστιος συνώνυμα, τεράστιος πύθωνας καταπίνει άνθρωπο σκληρές εικόνες, τεράστιος πύθωνας καταπίνει άνθρωπο προσοχή σκληρές εικόνες, τεράστιος πύθωνας καταπίνει άνθρωπο, τεράστιος ξιφίας βύθισε ψαράδικο, τεράστιος στα ουκρανικά, величезний στα ελληνικά
τεράστιος στα ουκρανικά