lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τούβλο στα ουκρανικά

Λέξη:
τούβλο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
цегла, цеглу
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά τούβλο, τούβλο τιμή, τούβλο με μόνωση, τούβλο λ, τούβλο κατεδάφισης, τούβλο ιδιότητες, τούβλο στα ουκρανικά, цегла στα ελληνικά
τούβλο στα ουκρανικά