lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπάκουος στα ουκρανικά

Λέξη:
υπάκουος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
вид, відповідальний, відповідний, гнучкий, до, добрий, зговірливий, покірний, підсудний, різновид, слухняний, сорт, тип, тямущий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά υπάκουος, υπάκουος συνώνυμα, υπάκουος συνωνυμο, υπάκουος στα ουκρανικά, вид στα ελληνικά
υπάκουος στα ουκρανικά