lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φλυαρώ στα ουκρανικά

Λέξη:
φλυαρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
базікання, базікати, бовтати, цвенькати, лепет, щебетати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά φλυαρώ, φλυαρώ συνώνυμα, φλυαρώ συνωνυμο, φλυαρώ αγγλικα, φλυαρώ στα ουκρανικά, базікання στα ελληνικά
φλυαρώ στα ουκρανικά