lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φρούριο στα ουκρανικά

Λέξη:
φρούριο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
витривалість, концентрація, могутність, міцність, міць, наполегливість, потенція, сердечність, сила, твердиня, фортецю, фортеця, цитадель, чіпкість
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά φρούριο, φρούριο φυλής, φρούριο φιρκά, φρούριο τρικάλων, φρούριο ρίου, φρούριο λάρισα, φρούριο στα ουκρανικά, витривалість στα ελληνικά
φρούριο στα ουκρανικά