lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χείλος στα ουκρανικά

Λέξη:
χείλος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (36):
банк, берег, беріг, бордюр, борт, вал, виступ, відомість, галузь, кайма, кант, карниз, клімат, край, крайність, летіти, літати, межа, муха, насип, область, облицювання, перелік, площа, полетіти, політ, порт, поспішати, пролетіти, проноситись, пілотувати, район, регіон, список, спідниця, сфера
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά χείλος, ωλένιο χείλοσ, χείλοσ προσβολήσ, χείλος βικιλεξικο, χείλος ήπατος, το χείλος, χείλος στα ουκρανικά, банк στα ελληνικά
χείλος στα ουκρανικά