lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χρονιά στα ουκρανικά

Λέξη:
χρονιά (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
гартувати, загартовувати, загартувати, літа, привчати, привчити, рік, сезон
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά χρονιά, χρονιά του φιδιού 2013, χρονιά του φιδιού, χρονιά του πιθήκου, χρονιά του λαγού, χρονιά του δράκου 2012, χρονιά στα ουκρανικά, гартувати στα ελληνικά
χρονιά στα ουκρανικά