lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: οχιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adder, asp, aspic, snake, viper
οχιά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
aspik, huspenina, levandule, rosol, užovka
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
natter, otter, schlange
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hugorm, orm, slange
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
culebra, serpiente, sierpe, víbora, áspid
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aspic, couleuvre, serpent, vipère
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
biscia, serpe, serpente, vipera
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hoggorm, huggorm, orm, slange
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гадюка, заливное, змея
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
huggorm, orm
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjarpër, nepërkë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
змия
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
змяя
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
madu, rästik
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kyy, kyykäärme, käärme
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zmija
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kígyó, vipera, áspiskígyó
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
gyvatė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cobra, serpente, víbora, áspide
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
şarpe
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
kača
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гадюка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
żmija

Σχετικές λέξεις

οχιά της μήλου, οχιά διμούτσουνη, οχιά της μήλου (macrovipera schweizeri), οχιά wiki, οχιά ελλάδα, οχιά κερασφόρος, οχιά (vipera ammodytes), οχιά του ράσελ, οχιά λακωνίας, οχιά των λιβαδιών