lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πεζοδρόμιο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cobble, cobblestone, cobblestones, footpath, pathway, pavement, side-walk, sidewalk, walkway
πεζοδρόμιο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chodník, dlažba, dlaždice, dláždění, ochoz
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bürgersteig, fußweg, gehsteig, gehweg, läufer, pflaster, stollen, strecke
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fortov
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acera, banqueta, empedrado, pavimento
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
asphalte, carpette, chassage, galerie, passavant, pavage, pavement, pavé, trottoir
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lastricato, marciapiede
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fortau, gatestein, trottoar
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
булыжник, мостовая, панель, половик, тротуар, штрек
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
trottoar
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
trotuar
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тротоар
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
тратуар
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kõnnitee
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jalkakäytävä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pločnik
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
járda, kövezet, útburkolat
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
grindinys, šaligatvis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acera, banqueta, calcada, calçada, passeio, pavimento
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
chodník
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
алея, гуляти, прогулянка, стежка, тротуар, хода, ходити, ходьба, іти
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
bruk, chodnik

Σχετικές λέξεις

πεζοδρόμιο στα αγγλικά, πεζοδρόμιο english, πεζοδρόμιο 1962, πεζοδρόμιο ορισμόσ, πεζοδρόμιο ταινια, ονειροκρίτησ πεζοδρόμιο, στο πεζοδρόμιο-παπακωνσταντίνου, στο πεζοδρόμιο, περιοδικό πεζοδρόμιο, κάνω πεζοδρόμιο