lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: περπατησιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
crotch, footfall, footstep, gait, motion, pace, pas, stalk, step, stride, tread, walk, walking
περπατησιά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
cesta, chod, chození, chůze, krok, opatření, pochod, procházka, rychlost, schod, stupeň, zákrok
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gang, gangart, schritt, stufe, tritt, vorkaufsrecht
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
drag, gang, skridt, steg, trappe, trin, tur
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
andadura, andares, escalón, marcha, paso, pisada, zancada
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
allure, arrachement, démarche, enjambée, marche, pas, tour, train, trać
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
andamento, andatura, camminata, marcia, passo, portamento, scalino
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
drag, fottrinn, gang, skritt, steg, trappetrinn, trinn, tritt
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
поступь, походка, ступенька, ход, шаг
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
drag, gång, skritt, steg, åtgärd
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hap
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
движение, походка
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
паходка, стопень, шаг
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kõnnak, samm
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
askel, askelma, astunta, kulku, käynti, toimenpide
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
hod, korak
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
lépés, séta
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
eisena, žingsnis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
andar, escalou, passo, paço, pisada
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
mers, plimbare
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
krok
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крок, крокувати, прогулянка, простувати, прямувати, темп, хода, шаг
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
chód, krok