lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δύναμη στα πολωνική

Λέξη:
δύναμη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (6):
moc, mocarstwo, potęga, siła, wymusić, władza
Σχετικές λέξεις:
πολωνική δύναμη, δύναμη ψυχής, δύναμη πολιτών μαραθώνα, δύναμη πολιτών ηράκλειο, δύναμη πολιτών, δύναμη ελπίδας, δύναμη στα πολωνική, moc στα ελληνικά
δύναμη στα πολωνική