lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πηγαίνω στα πολωνική

Λέξη:
πηγαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
chodzić, iść, jechać, pójść
Σχετικές λέξεις:
πολωνική πηγαίνω, πηγαίνω χρόνοι, πηγαίνω συνώνυμα, πηγαίνω στο νηπιαγωγείο, πηγαίνω στα γαλλικά, πηγαίνω σε τόπους που μου θυμίζουν μια παιδική μου ζωγραφιά, πηγαίνω στα πολωνική, chodzić στα ελληνικά
πηγαίνω στα πολωνική