lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τυλίγω στα πολωνική

Λέξη:
τυλίγω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πολωνική τυλίγω, τυλίγω συνώνυμο, τυλίγω συνώνυμα, τυλίγω λεξικό, τυλίγω αγγλικά, τυλίγω στα πολωνική, zawijać στα ελληνικά
τυλίγω στα πολωνική