lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνισος στα πορτογαλικά

Λέξη:
άνισος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
acidentado, áspero, desigual, escabroso, irregular
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άνισος, αστεροειδής άνισος, άνισος διασκελισμός, άνισος βότανο, άνισος στα πορτογαλικά, acidentado στα ελληνικά
άνισος στα πορτογαλικά