lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνοιξη στα πορτογαλικά

Λέξη:
άνοιξη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
clave, de, foco, fonte, manancial, monte, nascente, origem, primavera, procedência, venera
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άνοιξη, άνοιξη της πράγας, άνοιξη στο νηπιαγωγείο, άνοιξη ποιήματα, άνοιξη κινηματογράφος, άνοιξη καλοκαίρι φθινόπωρο χειμώνας... και άνοιξη, άνοιξη στα πορτογαλικά, clave στα ελληνικά
άνοιξη στα πορτογαλικά