lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνοστος στα πορτογαλικά

Λέξη:
άνοστος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
desabrido, insípido, nauseabundo, pálido
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άνοστος, άνοστος στα πορτογαλικά, desabrido στα ελληνικά
άνοστος στα πορτογαλικά