lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσχημος στα πορτογαλικά

Λέξη:
άσχημος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (17):
disforme, efe, erróneo, feio, incorrecto, malicioso, malvado, maléfico, malévolo, mau, mirado, mordedor, odioso, perverso, ruim, sinistro, vicioso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άσχημος, νιώθω άσχημος, είναι άσχημος, είμαι άσχημοσ, άσχημοσ χωρισμόσ, άσχημοσ συνώνυμα, άσχημος στα πορτογαλικά, disforme στα ελληνικά
άσχημος στα πορτογαλικά