lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έρχομαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
έρχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (24):
acertar, acontecer, acrescer, acudir, advir, alcançar, alegar, aportar, atingir, cegar, chegar, conseguir, derivar, descender, descer, emanar, instar, menir, obter, ocorria, proceder, provir, suceder, vir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έρχομαι, έρχομαι παράγωγα, έρχομαι ομορριζα, έρχομαι με φορα πες του, έρχομαι κλίση, έρχομαι κι εσύ κοιμάσαι στίχοι, έρχομαι στα πορτογαλικά, acertar στα ελληνικά
έρχομαι στα πορτογαλικά