lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έφοδος στα πορτογαλικά

Λέξη:
έφοδος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (15):
carga, cargo, dever, emprego, escritório, funciona, gravarei, gravidade, gravitação, lastre, obrigação, oficina, oficio, ofício, peso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έφοδος, έφοδος των ματ στο ραδιομέγαρο της ερτ, έφοδος του σδοε στην εισπρακτική των υιών σιούφα, έφοδος της χρυσής αυγής, έφοδος της αστυνομίας σε κέντρα strip show, έφοδος στον ουρανό παλαμας, έφοδος στα πορτογαλικά, carga στα ελληνικά
έφοδος στα πορτογαλικά