lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγνός στα πορτογαλικά

Λέξη:
αγνός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (24):
absoluto, calvo, caseado, castiço, casto, continente, curioso, despido, fino, inocente, limpo, límpido, líquido, lúcido, mero, mondo, neto, nu, nítido, puro, seco, suevas, virginal, virtuoso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αγνός, αγνός συνωνυμο, αγνός συνωνυμα, αγνός αντίθετα, αγνός - διάφανα κρίνα, αγνός στα πορτογαλικά, absoluto στα ελληνικά
αγνός στα πορτογαλικά