lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάπτυξη στα πορτογαλικά

Λέξη:
ανάπτυξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
altura, aumento, crescimento, estatura, incremento, medro
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ανάπτυξη, ανάπτυξη συνώνυμα, ανάπτυξη παραγράφου, ανάπτυξη και εφαρμογή σχεδίων δράσης για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, ανάπτυξη και εφαρμογή διδακτικών πρακτικών, ανάπτυξη εφαρμογών υποστήριξης ενιαίας αρχής πληρωμής μισθοδοσίας, ανάπτυξη στα πορτογαλικά, altura στα ελληνικά
ανάπτυξη στα πορτογαλικά