lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναγκαιότητα στα πορτογαλικά

Λέξη:
αναγκαιότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
indigência, menestrel, miséria, necessidade, pobreza, apuro
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αναγκαιότητα, αναγκαιότητα του προϋπολογισμού λειτουργίας μίας επιχείρησης, αναγκαιότητα της τέχνης, αναγκαιότητα συνώνυμο, αναγκαιότητα νοσηλευτικήσ διοίκησησ, αναγκαιότητα κριτικής ικανότητας, αναγκαιότητα στα πορτογαλικά, indigência στα ελληνικά
αναγκαιότητα στα πορτογαλικά