lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γυρίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
γυρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
curvar, devolver, dobrar, enroscar, girar, regressar, retorcer, retornar, torcer, vir, virar, voltar, volver
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά γυρίζω, γυρίζω τον χρόνο cd rip / giorgos papadopoulos stixoi, γυρίζω τον χρόνο, γυρίζω το χρόνο στίχοι, γυρίζω το χρόνο, γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον τσακνής, γυρίζω στα πορτογαλικά, curvar στα ελληνικά
γυρίζω στα πορτογαλικά