lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θρέψη στα πορτογαλικά

Λέξη:
θρέψη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
alimento, comida, nutrifica, sustento
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά θρέψη, παρεντερική θρέψη, κακή θρέψη, θρέψη των φυτών, θρέψη του δέρματος, θρέψη ορισμός, θρέψη στα πορτογαλικά, alimento στα ελληνικά
θρέψη στα πορτογαλικά