lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κηδεμονία στα πορτογαλικά

Λέξη:
κηδεμονία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
amparo, atenciosa, cuidado, custodia, guarda, paternalismo, preocupação, proteccional, protecção, tutela, zelo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κηδεμονία, κηδεμονία ταινία, κηδεμονία τέκνων, κηδεμονία συνώνυμο, κηδεμονία παιδιών, κηδεμονία παιδιού κύπρος, κηδεμονία στα πορτογαλικά, amparo στα ελληνικά
κηδεμονία στα πορτογαλικά