lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κλαίω στα πορτογαλικά

Λέξη:
κλαίω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
chorar, planto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κλαίω, κλαίω την ώρα _ μητροπάνος & τερζής, κλαίω την ώρα, κλαίω συνώνυμα, κλαίω συνέχεια, κλαίω πως αλλιώς αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι, κλαίω στα πορτογαλικά, chorar στα ελληνικά
κλαίω στα πορτογαλικά