lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ληστεύω στα πορτογαλικά

Λέξη:
ληστεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
pilhar, roubar, saltear, saquear, pilar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ληστεύω, ληστεύω στα πορτογαλικά, pilhar στα ελληνικά
ληστεύω στα πορτογαλικά