lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαμά στα πορτογαλικά

Λέξη:
μαμά (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μαμά, μαμμα μια σεφερλης, μαμά ψωμί, μαμά φρικιό και μιστερο buffo, μαμά φρικιό, μαμά πεινάω, μαμά στα πορτογαλικά, mãezinha στα ελληνικά
μαμά στα πορτογαλικά