lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπέικον στα πορτογαλικά

Λέξη:
μπέικον (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
bacon, banda, costado, flanco, lado, toicinho, toucinho, sebo, unto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μπέικον, μπέικον φράνσις, μπέικον συνταγές, μπέικον στο φούρνο, μπέικον με δαμάσκηνα, μπέικον με αυγά, μπέικον στα πορτογαλικά, bacon στα ελληνικά
μπέικον στα πορτογαλικά