οροφή στα αγγλικά οροφή στα τσεχική οροφή στα γερμανικά οροφή στα δανική οροφή στα ισπανικά οροφή στα γαλλικά οροφή στα ιταλικά οροφή στα νορβηγικά οροφή στα ρωσικά οροφή στα λευκορωσίας οροφή στα φινλανδικά οροφή στα ουγγρική οροφή στα λιθουανική οροφή στα πολωνική
κατευνάζω στα πολωνική μέρος στα γαλλικά απρόσωπος στα τσεχική δένω στα γαλλικά ενώνω στα πορτογαλικά
ρήμα δίνω μέρος β - φεκ 51 α /1997 απρόσωπος αγγλικα κατευνάζω τα πνεύματα ενώνω μετάφραση