lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλαγιά στα πορτογαλικά

Λέξη:
πλαγιά (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (21):
caída, declive, descendo, dispositiva, disposição, encesta, encosta, falda, herança, heresia, inclinação, ladear, ladeira, legado, prolixidade, queda, rampa, subida, sucessiva, tendência, vertente
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά πλαγιά, πλαγιά του βουνού, πλαγιά πλωμαρίου, πλαγιά ορισμος, πλαγιά λεξικό, πλαγιά λέσβου, πλαγιά στα πορτογαλικά, caída στα ελληνικά
πλαγιά στα πορτογαλικά