lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολλοί στα πορτογαλικά

Λέξη:
πολλοί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
extenuado, grandemente, mocho, muito, bastante, muitos
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά πολλοί, πολλοί φτιάχνουν ένα ψέμα για να σωθούν, πολλοί πολυμαθέες νόον ουκ έχουσιν, πολλοί νεκροί για μια κηδεία, πολλοί λατρεύουνε την τάξη, πολλοί λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, πολλοί στα πορτογαλικά, extenuado στα ελληνικά
πολλοί στα πορτογαλικά