lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρωταθλητής στα πορτογαλικά

Λέξη:
πρωταθλητής (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
abonado, advogado, amo, campeão, defensa, defensor, dono, habilidoso, maestro, mestre, patrão, protector, senhor
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά πρωταθλητής, πρωταθλητής στο σκάκι από το 1985 έως το 1993, πρωταθλητής ο ολυμπιακός, πρωταθλητής μπάσκετ 2012, πρωταθλητής καλλιθέας, πρωταθλητής εφημερίδα τηλέφωνο, πρωταθλητής στα πορτογαλικά, abonado στα ελληνικά
πρωταθλητής στα πορτογαλικά