lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ράγισμα στα πορτογαλικά

Λέξη:
ράγισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
abertura, fenda, fractura, fresta, pendida, quebradura, rajá, rasgadura, risco, rotura, ruptura, tacha, traço
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ράγισμα, ράγισμα στα πλευρά, ράγισμα ποδιού, ράγισμα πλευρών, ράγισμα πλευρού, ράγισμα οστού, ράγισμα στα πορτογαλικά, abertura στα ελληνικά
ράγισμα στα πορτογαλικά