lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τοποθεσία στα πορτογαλικά

Λέξη:
τοποθεσία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
aquartelamento, circunstancia, circunstância, cláusula, condição, desarreigo, distribuais, estado, pararei, posição, postura, situação, sítio
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τοποθεσία, τοποθεσία συνώνυμα, τοποθεσία στο χάρτη, τοποθεσία στο facebook, τοποθεσία πλοίων, τοποθεσία καλάγια, τοποθεσία στα πορτογαλικά, aquartelamento στα ελληνικά
τοποθεσία στα πορτογαλικά