lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τοποθετώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
τοποθετώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
arranjar, arrumar, colocar, instaurar, instituir, ordenar, situar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τοποθετώ, τοποθετώ συνώνυμα, τοποθετώ στα αγγλικά, τοποθετώ ρήμα, τοποθετώ προστακτική ενεστώτα, τοποθετώ αγγλικά, τοποθετώ στα πορτογαλικά, arranjar στα ελληνικά
τοποθετώ στα πορτογαλικά