lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χορταίνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
χορταίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
fartar, impregnar, saciar, saturar, aplacar, aquietar, satisfazer, serenar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά χορταίνω, χορταίνω συνωνυμο, χορταίνω συνωνυμα, χορταίνω στα αγγλικα, χορταίνω μετάφραση, χορταίνω ετυμολογία, χορταίνω στα πορτογαλικά, fartar στα ελληνικά
χορταίνω στα πορτογαλικά