lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πρακτορείο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
agency, branch, franchise
πρακτορείο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
agentura, filiálka, jednatelství, kancelář, pobočka, zastupitelství, úřad, úřadovna
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
agentur, amt, büro, geschäftsstelle, nebenstelle, vermittlung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
agentur, bureau, byråd, embede, kontor
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agencia, dependencia, oficina
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agence, bureau, office
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
agenzia, ufficio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
agentur, byrå, kontor, pressebyrå
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
агентство, агентура, бюро
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
agentur, byrå
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
agjenci
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
агентство
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
агенцтва
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
esindus
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
agentuuri, toimisto, virasto
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ügynökség
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
agentūra
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
agencia, agência, escritório, oficina, repartição
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
agenţie, birou
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
agentura
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
agentúra
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
агентство, агенція, бюро, дія, представництво
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
agencja, agentura, ajencja

Σχετικές λέξεις

πρακτορείο μοντέλων, πρακτορείο ευρώπη, πρακτορείο οπαπ, πρακτορείο αργος, πρακτορείο μοντέλων για παιδιά, πρακτορείο μοντέλων για μωρά, πρακτορείο μεταφορών, πρακτορείο ταξιδίων, πρακτορείο ειδήσεων, πρακτορείο ταξιδίων θεσσαλονίκη