lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: προσαρμογή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accommodation, adaptation, adapting, adjustment, appliance
προσαρμογή
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
adaptace, adjustování, akomodace, přizpůsobení, příprava, upravení, úprava
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anpassen, anpassung, anwendung, justierung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
justering
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acomodación, adaptación
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
accommodation, adaptation, ajustement, appropriation, réadaptation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adattamento, adeguamento, aggiustamento, conguaglio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
justering
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
приспособление, приспособленность
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ackommodation, adaptation, anpassning, inställning, justering
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
прыстасаванне, прыстасоўванне
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sopeutuminen, sovellutus
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
akkomodáció, alkalmazkodás, alkalmazás
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adaptação, aparato, apareço, artefacto, artificio, dispositivo
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
adaptare
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
adaptácia
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
адаптація, вигідний, вигідність, влаштування, девіз, домовленість, допоміжний, емблема, житло, застосування, корисність, кредит, кубло, переробка, план, погодження, позика, прилад, прилаштування, приміщення, пристосування, пристрій, притулок, регулювання, рентабельний, реорганізація, розквартирування, розміщення, угода, улаштування, установка, устрій, форма
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przystosowanie

Σχετικές λέξεις

προσαρμογή στο σχολείο πρόληψη και αντιμετώπιση δυσκολιών, προσαρμογή στο σχολείο, προσαρμογή και έλεγχος google chrome, προσαρμογή φυτών στο περιβάλλον, προσαρμογή robots.txt, προσαρμογή τιμών q, προσαρμογή αγγλικά, προσαρμογή συνώνυμα, προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, προσαρμογή των ζώων στο περιβάλλον